
Είμαστε στο αυτοκίνητο, οδηγώ. Πιάνω στο ραδιόφωνο κάτι όμορφο. «Ας το ακούσουμε αυτό, μου αρέσει» λέει. Είναι πράγματι υπέροχο. Προσπαθώ να καταλάβω τι μπορεί να είναι. Έχει τελειώσει η μπαταρία του κινητού και οδηγώ κιόλας, άρα Shazam δεν παίζει. Κοντσέρτο για βιολί είναι, ίσως και για βιόλα. Θυμίζει Μπετόβεν ή και μιμητή του Μπετόβεν· σε κάποια σημεία θυμίζει το κοντσέρτο του Μέντελσον για βιολί, αλλού μου θυμίζει του Τσαϊκόφσκι. Αναρωτιέμαι τι να είναι. Αναρωτιέμαι αν μου θυμίζει κάτι γιατί αναγνωρίζω κλασικές επεξεργασίες και ενορχηστρώσεις ή αν μου θυμίζει κάτι το ίδιο το κομμάτι. Μπορεί φυσικά να μη μου θυμίζει τίποτα, απλώς να μου αρέσει και να μου αρέσει κυρίως γιατί αναγνωρίζω κλασικές επεξεργασίες και ενορχηστρώσεις ή και γιατί είναι υπέροχο. Σίγουρα μετά τον Μότσαρτ, σίγουρα το αργότερο ρομαντικός συνθέτης. Αλλά μου θυμίζει κάτι ή τώρα το ανακαλύπτω και μου αρέσει; Όταν κάτι ή κάποιος μάς αρέσει δεν πείθουμε τον εαυτό μας ότι κάτι μας θυμίζει, ότι αποτελεί ανάμνηση ενός παραδείσου επίγειου ή επουρανίου; Όλη η πλατωνική φρεναπάτη πάνω σε αυτό είναι χτισμένη κι όλη η χριστιανική επίσης.
Φτάνουμε σπίτι και τρέχω να ανοίξω το ραδιόφωνο πριν τελειώσει το κομμάτι. Το προλαβαίνω στο τσακ, όμως ακολουθεί ένα αργό μέρος, άρα σίγουρα κοντσέρτο για βιολί. Το Shazam με τίποτα δεν το αναγνωρίζει. Ηχογραφώ όσο μπορώ, μήπως και ρωτήσω αργότερα κανέναν που ξέρει από μουσική. Το δεύτερο μέρος έχει επεξεργασία που αν δεν είναι Μπετόβεν τότε μάλλον είναι Μπετόβεν. Αλλά δεν ξέρω θεωρία μουσικής, δεν ξέρω αρμονία: δεν εμπιστεύομαι τον εαυτό μου για όσα δεν κατέχω.
Το τρίτο μέρος έχει ένα πασίγνωστο θέμα. Το Shazam παραμένει αδαέστερο από εμένα. Ένα χαρούμενο και απλοϊκό θέμα — άρα Μπετόβεν. Η επεξεργασία είναι επίσης οπωσδήποτε Μπετόβεν. Άρα τόσην ώρα ακούω το Κοντσέρτο για βιολί του Μπετόβεν.
Με το που τελειώνει πέφτει δελτίο ειδήσεων απευθείας. Ψάχνω λοιπόν στο youtube το Κοντσέρτο για βιολί του Μπετόβεν για να δω αν μάντεψα σωστά. Βρίσκω εκτελέσεις με διάφορους θεούς (Όιστραχ, Μενούχιν, Καβάκο…) αλλά διαλέγω να ακούσω προς το τέλος μία ζωντανή με κάποια Hahn.
Αυτό είναι: Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα του Μπετόβεν, έργο 61. Συγκινούμαι γιατί έχω να το ακούσω δεκαετίες, από τότε που άκουγα την κλασική μουσική του μπαμπά σε κασέτες χρωμίου. Να λοιπόν που η σαγήνη που αισθάνθηκα δεν ήταν παρά μια πολύ παλιά ανάμνηση μουσικής που κοιμόταν μέσα μου.
Ξεκινάω να γράφω αυτό εδώ το κείμενο και στα μισά συνειδητοποιώ ότι ο Πλάτωνας κάνει λάθος: ο πατέρας μου είχε μόνον το Triplo Concerto στη συλλογή του. Το Κοντσέρτο για βιολί του Μπετόβεν το άκουσα για πρώτη φορά σήμερα, όπως και η μικρή. Και το αγάπησα.