Η ιστορία του Κόνραντ Νομικού

Οι κύκλοι που κάνουν κάποια πράγματα είναι πολύ πολύ αλλόκοτοι.

Πριν λίγο τελείωσα το Επιστροφή στη γη του Ρότζερ Ζελάζνυ σε μετάφραση (του ενός και μοναδικού) Πάνου Κουτρουμπούση.

Το βιβλίο το αγόρασα μεταχειρισμένο μετά τα Χριστούγεννα από ένα παζαράκι κόμικ στη Δημοτική Αγορά της Κυψέλης.

Με το που κάθησα να γράψω αυτό εδώ, βρήκα ότι η άλλη αναφορά στον Ζελάζνυ εδώ στο μπλογκ (που αυτές τις μέρες γίνεται 19 ετών) βρίσκεται σε ένα κείμενο του 2011 που μιλάει και για την Κυψέλη.

Για σκέψου.

Ο Ζελάζνυ λοιπόν. Το Lord of Light το διάβασα στα αγγλικά πριν μιάμιση δεκαετία και το ξαναδιάβασα πρόσφατα. Η φάση του είναι «Ινδουισμός και Βουδισμός πάνε στο διάστημα». Αν ακούγεται τρελοκομείο είναι επειδή όντως πρόκειται για βιβλίο με τόσο έξαλλη και φαντασμαγορική μυθοπλαστική φαντασία, που στα χέρια άλλου παραμυθά θα ήταν ανακατεμένος ο ερχόμενος.

Η Επιστροφή στη γη διαδραματίζεται στην Ελλάδα. Ο πρωταγωνιστής είναι Βολιώτης κι έχει ένα μυστικό (σιγά που δεν θα είχε). Η φάση του είναι «ο Ελληνισμός πάει στο διάστημα»: Οδύσσεια και καλικάτζαροι, Σεφέρης και Μακρυνίτσα, Κως και Σάτυροι, βρυκόλακες και Βουλή των Ελλήνων (που στο μέλλον έχει γίνει ξενοδοχείο). Χαμός.

Ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου είναι … And Call Me Conrad αλλά με απόφαση του εκδότη αργότερα κυκλοφόρησε με τον τίτλο This Immortal. Μοιράστηκε το Βραβείο Χιούγκο για το 1966 με το Dune.

Όπως και στο Dune, το θέμα του βιβλίου του Ζελάζνυ είναι ο καπιταλισμός ως αποικιοκρατία. Αντίθετα με το επικά σκόρπιο και πολιτικώς ασυνάρτητο Dune, η Επιστροφή στη γη δεν έχει να κάνει με Αργείους Μεσσίες που το παίζουν Λώρενς της Αραβίας αλλά με τις μικροπολιτικές εντός των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, με τον εξανδραποδισμό που φέρνει μαζί της η τουριστικοποίηση, με τη φενάκη της πεφωτισμένης αποικιοκρατίας κτλ.

Η αφήγηση πολλές φορές πνίγεται στην πραγματολογική της ακρίβεια και στην πολυμάθεια που την πλαισιώνει, σε βαθμό που δεν ξέρεις αν τις προτιμάς από τη φλύαρη ψευτομυθολογία του Dune.

Σκεφτόμουν όσο το διάβαζα ότι αυτό το βιβλίο προέρχεται από μια εποχή που η Ελλάδα ήταν στο κέντρο, αν και για τους λάθος λόγους ενδεχομένως.

Μιλάμε πια για ένα χαμένο πια κέντρο. Αναλογιζόμουν συνεπώς την ανήκεστη ζημιά που μας έκανε η Χούντα, όπως άλλωστε και η Μνημονιακή επικυριαρχία λίγες δεκαετίες μετά. Όπως έλεγα κι εδώ:

Κάποιες ζημιές δεν ξεγίνονται μέσα σε ορίζοντα λίγων ετών. Ας αναλογιστούμε μόνον ότι το 1938 της Βαρκελώνης, το 1944 της Αθήνας, ή το 1973 της Χιλής δεν αποκαταστάθηκαν ακόμα.

Εκλογές 2023

Προξενιά για μέλισσες σε κρητικούς χειρουργούς από τη Γλυφάδα

Αν μη τι άλλο, ο τύπος κάθησε κι έφτιαξε έναν δικό του κόσμο όπως τον ονειρεύτηκε

Αν εξαιρέσει κανείς το πάρα πολύ σοβαρό ζήτημα του προϋπολογισμού τους, γιατί τα ελληνικά σήριαλ είναι τόσο ελεεινά (με κάποιες εξαιρέσεις) σε σχέση με αυτά που βγαίνουν σε χώρες αντίστοιχου (πολιτισμικού) μεγέθους; Γιατί είναι παιδαριώδη τα σενάρια; Γιατί είναι πρόχειρα ή αναχρονιστικά τα σκηνικά και τα κουστούμια και οι διάλογοι και οι ερμηνείες; Γιατί η θεματική τους είναι τόσο ανιαρή και οι πλοκές τους είναι τόσο σχηματικές;

Η σύντομη απάντηση είναι ότι το σήριαλ υπήρξε από καταβολής ραδιοφώνου (ναι, υπήρχαν ραδιοφωνικά σήριαλ) λαϊκή διασκέδαση στην Ελλάδα μεν, που όμως πάντοτε διαλεγόταν με την κρατούσα ιδεολογία: μελό το ’60 (όλα είναι τυχερά, σκάστε)· απολίτικη κοινωνική καταγγελία το ’70 (για όλα φταίνε κάποιοι κακοί πλούσιοι)· πασοκάρα το ’80 (Κιλελέρ και Χοϊδάς και τρίτος δρόμος για να μορφώσουμε την αγροτιά και να αλυσοδέσουμε το Κεφάλαιο)· φουλ πολιτισμικός και ηθικός σολιψισμός το ’90 (ένα όνομα αρκεί: Χάρης Ρώμας).

Αυτό λοιπόν που μας λένε για την κοινωνία μας τα σήριαλ μας, παραδοσιόπληκτα αλλά αναχρονιστικά, φολκλορικά αλλά φουλ ξεριζωμένα από οποιαδήποτε πραγματικότητα εκτός Αθήνας-Σαλονίκης, αστικοηθογραφικά αλλά άτολμα, είναι πάρα πάρα πάρα πολύ δυσοίωνο. Ναι, με κάποιες εξαιρέσεις.

Ο Μεγάλος ΛΟΑΤ Πόλεμος

Κι αυτό θα ήταν ένα επόμενο βήμα

Βαριέμαι να αρχίσω ξανά τη γκρίνια για τα αγροτοποιμενικά ήθη μας, τα οποία υπήρχαν και πριν τον κακό αμερικανικό ιμπεριαλισμό και τα οποία απλώς από το ’91 και μετά ξεθάβονται ένα ένα και στήνονται στην σοσιαλμηντιακή Αγορά σαν μούμιες προς προσκύνηση από ένα εξαθλιωμένο μετανεωτερικό κοινό του οποίου το σλόγκαν είναι I want to believe.

Με αφορμή όμως τον Μεγάλο ΛΟΑΤ Πόλεμο που ξέσπασε πριν κάτι μήνες και που συνεχίζεται (η μάχη του Κασελάκη, η πολιορκία του γάμου, το σύμφωνο ΚΚΕ-Ιεραρχών, η μάχη του Μεγαλέξαντρου) θέλω να αφήσω εδώ κάποιες σκέψεις.

Πολλές τρανς γυναίκες και γκέι άντρες καταγγέλλουν την υποκρισία ομοφοβικών προυχόντων ή καλλιτεχνών και μισάνθρωπων ιεραρχών (σχεδόν) ξεφωνίζοντάς τους: πώς είναι δυνατόν να καταγγέλλεις αυτά που εσύ ο ίδιος πράττεις; (το «πράττεις» εδώ είναι μισό Χριστός κατά Φαρισαίων και μισό Ημισκούμπρια).

Να πω ότι δεν είμαι άξιος να υποδείξω σε τρανς γυναίκες πώς να αντιδράσουν και τι να κάνουν, αφού αν βρισκόμουν στη θέση τους θα είχα πέσει από ταράτσα ή στην πρέζα μέσα σε ενάμισυ μήνα βαριά βαριά.

Το ερώτημα όμως ισχυει: πώς είναι δυνατόν να στηλιτεύεις και να αναθεματίζεις αυτά που εσύ ο ίδιος πράττεις; Την απάντηση τη δίνει συνοπτικά ο Διονύσιος Σκλήρης στο φέισμπουκ:

Η Εκκλησία δηλαδή θεολογεί με βάση τις φωτογραφίες και τις σέλφι.

Βέβαια δεν είναι να απορεί κανείς. Αφενός, την Ορθόδοξη Εκκλησία πάντοτε η δημόσια εικόνα την ένοιαζε κυρίως. Τα υπόλοιπα τα μη δημόσια είναι για να τα εξομολογείσαι και να μετανοείς. Και αφετέρου η εποχή μας νοιάζεται μόνο για ό,τι φαίνεται στις φωτό των σόσιαλ μίντια.

Οπότε ναι, είναι ένα σημείο των καιρών παρόμοιες εκκλησιολογίες, μια διατομή, ένα cross-over episode, ανάμεσα στην έμφαση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη δημόσια εικόνα και στην εποχή που υπάρχει μόνο ό,τι ποστάρεται στα σόσιαλ μίντια.

25 Ιανουαρίου 2024

Συνεπώς, ο κάθε Σεβασμιώτατος και ο κάθε Σκυλάρχης ή Νομάρχης έχουν τα «γούστα», τις «ιδιαιτερότητες», τα «βίτσια», τα «μια στο κάθε τόσο» τους. Μια χαρά, αρκεί «να μην προκαλούν». Έτσι ήταν πάντα: όλα όμορφα και τακτοποιημένα μέσα στο πλαίσιο της ελληνικής οικογένειας. Και ο πούστης είχε τη θέση του και ο πουτανιάρης κύριος ή ο κωλομπαράς καταστηματάρχης και ο παπάς που κάπως κουνιέται και η «αντρογυναίκα» κτλ κτλ κτλ κτλ. Τίποτε καινούργιο ως προς αυτά δεν έφερε στην Ελλαδάρα μας η πεφωτισμένη εποχή μας.

Αυτό που είναι καινούργιο και αποτελεί την πραγματική αιτία του Μεγάλου ΛΟΑΤ Πολέμου είναι ότι το ίδιο το πλαίσιο της ελληνικής οικογένειας αναδιαρθρώνεται πλέον ριζικά΄― ενδεχομένως για να κανονικοποιήσει την καταπίεση και το διαγενεακό τραύμα για ακόμα περισσότερο κόσμο, για όσους και όσες βρίσκονταν εκτός του πλαισίου «οικογένεια» μέχρι σήμερα.

Αυτό που διακυβεύεται λοιπόν δεν είναι ούτε η αγάπη και βεβαίως ούτε το σεξ των ανθρώπων: είναι ποιανής ή ποιανού θα κρατάς το χέρι στην ταβέρνα και στο λεωφορείο. Εδώ μιλάμε πια για τη δημόσια εικόνα, όπως διεβλεψε κι ο Σκλήρης. Εδώ μιλάμε για το ποιος μπαμπάς θα πάρει τα παιδιά από το σχολείο και για διαδρόμους νοσοκομείων όπου πεθαίνει ο άνθρωπός σου· πλέον παίζεται αν μπορείς να κλείνεις αβλεπεί τρίκλινο για τρεις μέρες με τη γυναίκα σου και το παιδί σας κι όχι μόνον ένα τρίωρο για τρίο.

Δεν με συγκινεί ο γάμος. Δεν με ενθουσιάζει η επικείμενη ενδυνάμωση μέσω της ΛΟΑΤ συμπερίληψης του πακτωμένου κι άκαμπτου χαλύβδινου πλαισίου της γαμημένης της ελληνικής οικογένειας· ντου από παντού ονειρεύομαι κατά βάθος. Αν όμως πρόκειται για τα δίκια έστω κι ενός των ελαχίστων και αν πρόκειται να μπορούμε να χαιρόμαστε όλες κι όλοι τη ζωή μας όσο κομφορμιστικά και ξενέρωτα και «κανονικά» επιθυμούμε, ε ναι:

Νίκη στις στρατιές του ουράνιου τόξου, ρε.

(Σύνθημα που συνδυάζει καμπ υπερβολή και στρατευμένης κορώνα, όπως απαιτούν οι περιστάσεις ― άλλωστε τι είναι κάθε στράτευση παρά (και) μια ομοκοινωνική φασάρα; )