Gottes ist der Orient! Gottes ist der Okzident!

στον Δημήτρη Ραπτάκη

Όταν ήμουνα μικρότερος ακούγονταν διαρκώς κάτι νεορθόδοξες χατζημαλακίες ότι οι «Δυτικοί» (αναλυτική κατηγορία εφάμιλλης διανοητικής οκνηρίας με το «Ανατολή», αν και κατά τι λιγότερο δόλια) δεν χαίρονται τη ζωή, είναι πνιγμένοι στην ενοχή και στο Angst, τους ευνουχίζει ο καθολικισμός ή ο προτεσταντισμός ή αυτό το πράμα του Έριχ Φρομ για τον καπιταλισμό.

Αντίθετα, εδώ στην καθ’ ημάς Ανατολή (όρου που τσουβαλιάζει τους κόσμους από την Περσία μέχρι τη Βοσνία και από τη μοχθηρή Κρήτη μέχρι τη βαρύθυμη Ρωσία), ζούμε μέσα στη χαρά και στην κατάφαση και στον γλυκό καημό και σε δεν ξέρω τι άλλο. Αυτό είναι η Ανατολή: η χαρά κι η χαρμολύπη και η φουλ κατάφαση, ξέρω γω, ενώ οι γαμο-Δυτικοί, αφού κούρσεψαν την Πόλη μας το 1204, μόνο ratio και κακία και υποκρισία ξέρουν, τα λέει κι ο Αντόρνο (που ανάθεμα κι αν τον κατάλαβαν).

Αν νομίζετε ότι τα παραπάνω τα έλεγαν 6-7 γραφικοί, θα σας πω να ρωτήσετε καναν μεγαλύτερο που δεν ήταν χαμένος στο σύμπαν του σεχταριστικού μαρξισμού μεταξύ 1981 και 2001.

Το παράξενο είναι ότι εγώ μεγαλώνοντας στη Greece / Hellas / Romiosyni αλλιώς τα ένιωθα τα πράματα, τα ένιωθα έτσι.

ΥΓ. Για να μην σκανδαλίζεστε, Ανατολή και Δύση και τέτοιες παπαριές δεν υπάρχουν: υπάρχουν οι μεγάλες πόλεις και ο υπόλοιπος κόσμος, αυτό που κάποτε λέγαμε «ύπαιθρο» κι «επαρχία». Φρονώ πως οι Βαυαροί χωρικοί και οι Ιορδανοί χωρικοί και οι Πακιστανοί χωρικοί έχουν περισσότερα κοινά μεταξύ τους από ό,τι π.χ. οι Βαυαροί χωρικοί με τους Βερολινέζους.

Την αγανάχτησή μου μέσα

Νομίζω ότι κατάλαβα γιατί ο Φάνης Λαμπρόπουλος είναι με πολύ μεγάλη διαφορά ο πιο πετυχημένος Έλληνας stand up.

Γενικά το stand up από τότε που ξεκίνησε η μακαρίτισσα η Λουκία η Ρικάκη το Comedy Club δεν κατάφερε ακριβώς να ριζώσει στην Ελλάδα. Ένας λόγος είναι ότι η δουλειά του σατιρικού κονφερασιέ (σε αναψυκτήρια ή μεγάλες πίστες) είναι κάτι που πέθανε τη δεκαετία του ’70, ενώ είχε πάντα περιορισμένο και κάπως μπουρζουά κοινό.

Επιπλέον, άμα θες να ακούσεις κάποιον να λέει μαλακίες για τη ζωή και τον κόσμο με σκοπό να γελάσεις το μόνο που χρειάζεσαι είναι ένα διευρυμένο οικογενειακό τραπέζι και δυο τρία τσίπουρα ― και πάντως όχι να τα σκάσεις στον Χατζηπαύλου ή στον Φισφή. Ναι, προσωπικά έχω Έλληνες stand up που γουστάρω πάρα πολύ, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα μας.

Ο Φάνης ο Λαμπρόπουλος, που βασικά είναι γιουτουμπάς / τικτόκερ / ραδιοφωνικός παραγωγός και όχι κλασικός stand up, έχει πολύ καλές ρουτίνες και πολύ δουλεμένες με γνήσια θεματική stand up αμερικανικών προδιαγραφών. Ωστόσο η επιτυχία του προέρχεται από το γεγονός ότι φωνάζει και φωνάζει πολύ και φωνάζει συνέχεια. Επίσης, ο τρόπος που φωνάζει δείχνει αγανάκτηση.

Και εδώ βρίσκεται το κλειδί ακριβώς: σχεδόν οποιαδήποτε δημόσια δραστηριοποίηση του Έλληνα, στον δρόμο ή στα ΜΜΕ ή στα σοσιαλμήντια, τουλάχιστον τα τελευταία 25 χρόνια έχει να κάνει με αγανάκτηση: κάποιος ή κάποια αγανακτεί με κάτι ή με κάποιο άτομο ― και το δείχνει.

Αν θέλει να μπει κανείς στο συνήθως γελοίο παιχνίδι του σε τι διαφέρουμε από άλλους λαούς, ένας παράγοντας που θα μπορούσε ίσως κάπως να σταθεί είναι ακριβώς αυτή η πανταχού παρουσία της αγανάκτησης σε κάθε σχεδόν δημόσια συζήτηση και αλληλεπίδραση του Έλληνα. Αυτό ακριβώς πιάνει ο Λαμπρόπουλος: τη μόνιμη και απαρασάλευτη κι άσβεστη αγανάκτηση.

Ψίθυροι εν τη ερήμω

Τετάρτη

Πολύ συχνά γίνεται κριτική στα σοσιαλμήντια με τους εξής όρους: ότι μας εγκλείουν μέσα σε αυτό το οποίο στα αγγλικά λέμε echo chamber και στα ελληνικά θα μπορούσαμε να αποδώσουμε ως «ο καφενές των δικών μας». Με άλλα λόγια, τα ΜΚΔ μάς ενθαρρύνουν να δημιουργούμε έναν περίκλειστο χώρο όπου δεν ακούς άλλες απόψεις πέρα από τις δικές σου.

Για να σας πω τη μαύρη αλήθεια, μετά από τόσα χρόνια δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα με αυτή τη συνθήκη. Λίγο να βγάλω το κεφάλι μου και να δω τι υπάρχει πίσω από την κουρτίνα του δικού μου καφενέ και μου έρχεται να τσιρίξω. Μετά μου περνάει αλλά σύντομα μου έρχεται να γκαρίξω με κάποια καινούργια αφορμή. Αφού συνέλθω και συνεχίσω το σκρολάρισμα συνήθως έρχεται η σειρά του μπινελικιού. Και ούτω καθεξής.

Σαφώς μέρος της δουλειάς μου είναι να εξηγώ δύσκολα ζητήματα με απλό τρόπο σε απρόθυμα ή και καχύποπτα ακροατήρια. Ωστόσο είμαι κι εγώ άνθρωπος: θέλω κάποια στιγμή να βάλω ένα ποτήρι κρασί (κόκκινο) ή ένα μαρτίνι, να καθήσω χαλαρά και να διαβάσω κάτι ενδιαφέρον και ξεκούραστο, κάτι το οποίο δεν θα με κάνει να τσιρίζω ή να γκαρίζω ή να μπινελικώνω.

Μια χαρά είναι ο καφενές των δικών μας. Άμα θέλω να ακούσω άσχετους να μιλάνε περισπούδαστα για θέματα που δεν κατέχουν, ανοίγω τηλεόραση.

Σάββατο

Τράβα ψόφα, αγόρι μου.

Σουρούπωσε το Σάββατο λοιπόν.

Μοιράστηκε αυτό το βιντεάκι μια φίλη σε μια ομαδική συνομιλία. Θα ήθελα να έχουμε τέτοιους Έλληνες δημόσιους ομιλητές, που να μη σπεύδουν αμέσως μετά να μας ανακοινώνουν ότι θα μας «σώσει» η Ρωσία / η Κίνα / το Ιράν / η Βενεζουέλα. Και ναι, η ένστασή μου βρίσκεται στο σώσει. Η αμερικανική αυτοκρατορία καθιζάνει και αναδύονται άλλες (εν πολλοίς εξίσου βάναυσες, υποκριτικές και φουλ ιμπεριαλιστικές) δυνάμεις.

Θα ήθελα φερ’ ειπείν να βγει 1 (ολογράφως: ένας) πούστης, ή και 1 (ολογράφως: μία) πούστρα (να μην κάνουμε διακρίσεις), και να μιλήσει δυνατά για τους μετανάστες και πρόσφυγες που έχει δολοφονήσει το ελληνικό κράτος. Επειδή προς το παρόν χαριεντίζονται οι «αριστερές δυνάμεις» μην τους πάρει καμιά ψήφο η ακροδεξιά γάγγραινα που καταπίνει το εκλογικό σώμα.

Γενικά είναι απελπιστικό που οι φωνές εναντίον της παγκόσμιας δυτικής αλητείας είναι κυρίως δυτικές, για να μην πω για τους τάχα self-hating Jews, ενώ π.χ. ο αραβικός κόζμος και οι απολυταρχικοί ηγέτες του κάνουν κοκοκό τόσους μήνες που σφάζονται οι Παλαιστίνιοι.

Επιστρέφοντας στις μαχητικές (not) ελληνικές πραγματικότητες, όοοοοοολα αυτά τα λαλίστατα ακτιβιστά γιατί δεν ξεκινούν ένα πετίσιο στο αβαααάζ να αναγνωρίσει το Μητσοτακιστάν (σκιουζ μαϊ οριένταλιζμ, άι χαντ Τουρκμενιστάν ιν μάιντ) το κράτος της Παλαιστίνης; Είμαι βέβαιος ότι υπάρχει αντεπιχείρημα για το πόσο irrelevant είναι αυτό βεβαίως.

Πάω να διαβάσω Σαΐντ και να παγώσω ποτήρια για μαρτίνι. Είμαι ο Σραόσα κι ακούσατε το απογευματινό μου ραντ από την «ημικατεχόμενη» Λευκωσία.

(Τι κατάλαβες ρε Στέφανε που με ρώτησες αν γράφω τίποτα; Ορίστε μας.)