
στον Pan Pan
Αχ πόσο μα πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα, τα χρόνια που πείθαμε τον εαυτό μας ότι με λίγη απελπισία κάπως υπαρξιστική και με πολλές απολιτίκ επικλήσεις στα βορειοκορεατικά πυρηνικά και σε αστεροειδείς κι άλλους Άψινθους θα απαλλαγούμε από το Χρέος, από το Χρέος που έστειλε τον θεό της Ζακύνθου κι αλκοολικό Κόντε να σπαράξει και να τεμαχίσει και να καλλιεργήσει σε κάμποσα ανόμοια τριβλία το Ποίημά του, το Ποίημα του Χρέους, ώσπου εκείνο αναδύθηκε σπασμένο κι αποσπασματικό και μετέωρο σαν να το έδειρε σεισμός, ένα μεγάλο ποιητικό κιντσούγκι δεμένο με σιωπή. Ναι ρε, λυπάμαι.
Λυπάμαι που πρέπει σώνει και καλά να πάρουμε θέση στο καθετί αλλά τελικά καταλήγουμε σαν κάτι ρουλεμάν σε εκείνα τα σπαστικά παιχνιδάκια-λαβυρίνθους που παίζαμε παιδιά: απλώς να κοπανιόμαστε γύρω γύρω στα πλαίσια ορμώντας οπαδικά προς το μέρος του θανάτου κι απέναντι στην τυραννία ή προς τη μεριά της τυραννίας κι απέναντι στην πολύ μεγάλη απλούστευση που λέγεται φασισμός. Αχ ναι, ναι: πολύ μας λυπάμαι που λέμε ότι πρέπει να διαλέξουμε πλευρά και που τελικά καταλήγουμε εκτός στόχου, εκτός τόπου, εκτός λόγου καθώς ο κόσμος καίγεται.
Γιατί την πλευρά που πρέπει να διαλέξουμε δεν θέλουμε να τη διαλέξουμε. Δεν θέλουμε να σταθούμε με τους άσχημους και με τους αδύναμους και με τις γενναίες.
Γιατί κατά βάθος δεν θέλουμε να υπάρχουν τρανς άτομα, μόνον κρυπτογκέι κούκλοι πρωινάδικων και θλιμμένες διακριτικές λεσβίες που μιλάνε για σχέσεις τους με υποθετικούς άντρες ― ή ό,τι άλλο μας λέει η τηλεόραση και το ίνστα να φαντασιωθούμε.
Γιατί δεν θέλουμε υποτακτικούς και ντόμες αλλά υποθετικούς και γνώμες· γιατί δεν τολμάμε πια ούτε καν να στήσουμε έναν μικρόκοσμο γύρω μας έστω τόσο σέξι όσο η πλαστική απάτη των 90s των διαφημίσεων και των χαζοπεριοδικών τους: δεν είμαστε καν αντάξιοι των παρτουζιάρηδων ή έστω τσοντόβιων γονιών μας, μόνον ό,τι χωράει στο κινητό πια.
Γιατί κατά βάθος δεν θέλουμε να υπάρχουν γενναίοι Εβραίοι κι Εβραίες διαδηλώτριες και υπερκούλ Ιρανοί και η μία Ιρανή που έχουμε προσέξει (συνήθως εκείνη στον Χωρισμό του Φαραντί)·
γιατί κατά βάθος εννοείται ότι δεν θέλουμε να υπάρχουν Παλαιστίνιοι και να τους σκοτώνει το κράτος σύμμαχος και πελάτης και φονιάς. Δηλαδή, γιατί να υπάρχουν Παλαιστίνιοι; Για να σκοτώνονται; Για να εντάσσονται σε απαίσιες και καθόλου ευρωπαϊκές οργανώσεις από τη σύλληψή τους, όταν δηλαδή εμψυχούται το ανθρώπινο έμβρυο κατά τους Χριστιανούς, μέχρι τη σύλληψή τους από το Κράτος; Για να πρέπει να σφαγιάζονται μαζικά ως παράπλευρες απώλειες ώστε να μας πείσουν ότι υπήρξαν; Καλύτερα να μην υπήρχαν Παλαιστίνιοι, μόνο ρέιβ και παρτούζες και μεφεδρόνη στο Τελ Αβίβ κι ο Πανάγιος Τάφος. Πολύ λυπάμαι πάντως που υπάρχουν Παλαιστίνιοι και στενοχωριόμαστε, όταν βεβαίως δεν αναγκαζόμαστε να χαμογελάμε παρέα με μισάνθρωπους γενοκτονικούς δολοφόνους για να επαναλαμβάνουμε ρυθμικά τις εξόφθαλμες χάσμπαρές τους.
Τέλος λυπάμαι που αυτά είναι τα ήθη του Ισλάμ, άγρια, και αυτά είναι τα ήθη της Τορά, εκδικητικώς βάρβαρα, και λέω δυστυχώς γιατί η Ευρώπη είναι καλή και δεν αποικιοκρατεί πια και δεν σκοτώνει και ούτε ζωοποιείται από δεισιδαιμονίες αιώνων. Δηλαδή αυτό θέλουμε, αυτό τέλος πάντων είναι το ευρωπαϊκό ιδεώδες όπως το περικλείουν τα δώδεκα χρυσά άστρα του μαριανού στέμματος με φόντο το γαλάζιο της stella maris Παναγιάς γοργόνας:
της Ευρώπης που δεν καβαλάει ταύρο αλλά τον ήλιο, γιατί αυτή είναι η Ευρώπη μας, μια ξανθή αγαπημένη Παναγιά που ξυπόλητη χορεύει μέσα στο περβόλι της ηπείρου μας με τα αρχαία και τις γέφυρες και τα κάστρα και τα ανοιχτά παράθυρα στα χαρτονομίσματά μας και τους καθεδρικούς και τους ναούς του Άουσβιτς και τις όμορφες Βρυξέλλες που έχτισαν χέρια του Κογκό (όσα δεν κόπηκαν).
Η Ευρώπη μας, ναι, είναι πια είναι καλή κι amicta sole, ενσαρκώνει το πανανθρώπινο και την άνετη μεταμέλεια της για όλα τα κακά, που νικά και σκορπά: την αποικιοκρατία, την τυραννία, τη θεοκρατία, το Ολοκαύτωμα, τον ναζισμό ― ακόμα και τα κακά της νικά, το είπε κι ο Κούντερα. Ναι, όλα αυτά είναι στο παρελθόν, εδώ είμαστε τώρα, εξοπλιζόμαστε: είμαστε ένα δημοκρατικό μα οπλισμένο Μέσο Βασίλειο μεταξύ αδηφάγου Ρωσίας και ανοϊκής Αμερικής, μεταξύ του Ισλάμ που δεν μας αρέσει αν δεν είναι με γραβάτα στη Δαμασκό και της Αφρικής που είναι ένα πράμα φτωχό με μαύρους και έτοιμη να αναπτυχθεί και να δεχθεί τη βοήθεια και την ελεημοσύνη μας ― αρκεί να παλουκωθεί στη θέση της και να μη μας έρχεται μέσω Πύλου, Λαμπεντούζας και Θεούτας (κι αναγκαζόμαστε να τη θαλασσοπνίγουμε). A propos, πολύ λυπάμαι και που υπάρχουν πρόσφυγες και μετανάστες και στενοχωριόμαστε, κι αυτό.
Λυπάμαι και που δεν μπορούμε να ζήσουμε χαρά, έναν χορό κι έρωτες (αφού από επανάσταση γιοκ). Λυπάμαι που οι φαντασιώσεις μας είναι από οθόνη για οθόνη κι όχι από οθόνη για διά ζώσης. Λυπάμαι που έχουμε πειστεί πως όλα πρέπει να ρυθμίζονται κι όλα να είναι σχέσεις ή τίποτα και που ο έρωτας είναι μια ιδεολογία ή μάλλον ένα ιδεώδες όπως η Ευρώπη μας και η δημοκρατία μας είναι ιδεώδη, και μάλιστα πάρα πολύ σοβαρά ιδεώδη. Έτσι είναι οι σχέσεις μας, ανοιχτές και διαφανείς: λογοδοτούμε κι ομολογούμε χωρίς βασανιστήρια, άλλωστε τι μεγαλύτερο βασανιστήριο από τις σχέσεις μας, πού να τρέχουμε τώρα. Οι σχέσεις μας δεν χρειάζονται σκιά και σιωπή, ανάπαυλα ή εφήμερες συναντήσεις και περιπλανήσεις: οι σχέσεις μας είναι κλειστές κι απόλυτες κι αιώνιες, πλην όμως δεν έχουν αδιέξοδα ― ακριβώς σαν τη δημοκρατία.
Στις σχέσεις μας και στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα μόνον ωραίες μεγάλες ωσμανιανές λεωφόροι, περίοπτες πλατείες κι εύτακτα βουλεβάρτα, για να μπορούν οι μπάτσοι να μας λιώνουν στο ξύλο και να μας συνθλίβουν με αύρες και να μας πνίγουν με δακρυγόνα: οι μπάτσοι της στανικής και αιώνιας μονογαμίας και λογοδοσίας, οι μπάτσοι της νόμιμης βίας. Γιατί, δεν το παρατηρήσαμε βεβαίως, όπως κάποια στιγμή η Ρουμανία είχε μετουσιωθεί από Λαϊκή Δημοκρατία σε Σοσιαλιστική Δημοκρατία, έτσι και οι δικές μας δημοκρατίες έχουν πλέον φτάσει το σατόρι, τη Φώτιση, την Αφύπνιση και δεν μας χρειάζονται πια για τίποτε άλλο παρά για να ψηφίζουμε (και αν): εξεγέρσεις και γκιλοτίνες και ταραχές και συλλαλητήρια ανήκουν στα χρόνια πριν την εποχή της Ευρωπαϊκής Χάριτος. Η Παναγιά η Ευρώπη είναι μαζί μας και η σκιά του Νόμου παρήλθε, νυν μόνον η Χάρη μη εκλεγμένων οργάνων και προσχηματικών κοινοβουλιών, νυν η αλληλεγγύη των κρατών κι όχι των λαών, νυν μόνον ηγέτες λαμπροί.
Λυπάμαι λοιπόν, πολύ λυπάμαι. Δηλαδή παπαριές: δεν λυπάμαι. Θα μπορούσαμε να είμαστε κεφάλαιο και θα καταλήξουμε υποσημείωση. Θα μπορούσαμε να αγωνιστούμε αλλά επιλέξαμε να κλαιγόμαστε και να κάνουμε gaslighting και να ηθικίζουμε πολιτικώς, κάνοντας τον κόσμο μας λίγο πιο δύσκολο. Μωρ’ δε γαμιέται: όσοι αγωνιστούν θα απολαύσουν κι εμάς θα μας κοροϊδεύουν οι επερχόμενες γενιές που φτιάχναμε άκρα από το τίποτα για να μη χρειαστεί να υψώσουμε τις γροθιές μας ή, έστω, τα χέρια χορεύοντας.
Δειλοί και άβουλοι αντάμα, προσμένουμε ίσως ένα θάμα. Αλλά, οι επικυρίαρχοι δεν διστάζουν. Αυτά. Φιλιά και να προσέχετε κύριε.
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο