Εκκλησία, Παλαιοκώστας, Λεξ ― και τι να κάνουμε;

Ξεκινάω με διευκρίνιση, επειδή μας διαβάζουν και κουντούρια: μια χαρά είναι ο Λεξ, μια χαρά είναι η Πλάτωνος, ο καθείς εφ’ ω ετάχθη και ποιος είμαι εγώ να κρίνω. Σοβαρά.

Πάμε παρακάτω.

Σε έναν κόσμο αναίτιου μαζικού πόνου και θανάτου (π.χ. βλέπε Γάζα και Ουκρανία και Σουδάν αλλά και Πύλο και Τέμπη), μέσα στο θέαμα της σαρωτικής εξαθλίωσής μας (π.χ. βλέπε νέους ανθρώπους ανήμπορους να ζήσουν από τη δουλειά τους) και της εύκολης φαλκίδευσης των όποιων δικαιωμάτων μας (π.χ. Land of the Free με Τραμπ κι αστυνομίες καμπινέδων), ενώ η Ευρώπη (κάτι ελαφρώς λιγότερο ψόφιο από τη ρητορική του Μητσοτάκη) εξοπλίζεται, κάτι μαρξιστές και λοιποί Αριστεροί παθιάζονται με τον Λεξ, με την εκκλησία ή με τον Παλαιοκώστα.

Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι γιατί αναζητούν εναγωνίως αυτό το οποίο ποτέ τελικά δεν κατείχαν, δηλαδή συμμετοχή σε μια πραγματική κοινότητα και αληθινή σύνδεση με τον κόσμο τον οποίο υποτίθεται ότι (επαναστατική) αποστολή τους είναι να υπερασπιστούν και να λυτρώσουν.

Φλερτάρουν αδιάκοπα με διάφορες επιμέρους, με υβριδικές ή και με κίβδηλες εκδηλώσεις λαϊκότητας, ενώ ατενίζουν με ζήλεια και λαχτάρα τη δυνατότητα της Εκκλησίας να διαρκεί ως κοινότητα και να επανεπινοεί τον εαυτό της, αλλά και πώς οι νεοφασίστες δημιουργούν κοινότητες και αφοσιωμένες ομάδες. Γνωρίζουν ότι, στη δική τους ιστορία, όταν ήρθαν μαρξιστές κι αριστεροί στα πράγματα δημιούργησαν κάστες γραφειοκρατών, εφησυχασμένες ιντελιγκέντσιες και νομενκλατούρες τοπικών οπλαρχηγών ή προκρίτων (π.χ. ΕΣΣΔ) ― ενώ σπάνια κατάφεραν να λειτουργήσουν λαϊκά, όπως π.χ. στην Κέραλα.

Φυσικά και δεν υπάρχουν απλές λύσεις σε αυτά τα θέματα: αν υπήρχαν εύκολες λύσεις θα τις είχανε βρει γενιές ολόκληρες σοβαρών μαρξιστών. Ωστόσο ίσως αξίζει κανείς να θυμηθεί τη Λούξεμπουργκ και τον Γκράμσι και να απομακρυνθεί από μια εκδοχή του λενινιστικού πατερναλισμού κατά την οποία ο λαός δεν ξέρει το καλό του λαού. Ενδεχομένως ο λαός να ξέρει το καλό του λαού, όμως ο λαός είναι αυτοί οι οποίοι ενδεχομένως δεν θέλουν να μπλέξουν με κάτι σαν οργάνωση σε Κόμμα. Σε κάθε περίπτωση, η φετιχοποίηση όψεων του λαϊκού δεν υποκαθιστά την αποτυχία της Αριστεράς να γίνει λαϊκή.

Εγώ βεβαίως από μαρξισμό δεν ξέρω τίποτα. Αντιλαμβάνομαι όμως ότι ο φθόνος του σταυρικού φαλλού και της κοινότητας που τον προσκυνάει επί 20 αιώνες και του γραφειοκρατικού νόου-χάου του εκκλησιαστικού οργανισμού που παντού επιβιώνει είναι απλώς φθόνος. Καταλαβαίνω παράλληλα ότι η λατρεία ενός ληστή (ελλείψει επαναστατών μετά τον Βελουχιώτη) καθώς και η γούτου-γούτου ταύτιση με τον Μαργαρίτη (που αγαπώ), με το σκυλάδικο κακοποιητών μπαρμπάδων, ή με τον Λεξ ωσάν να είναι ο Ένγκελς αυτοπροσώπως στο πουθενά μάς πάνε (που λέει κι ο Μαργαρίτης).

Οδηγός σχέσεων με παντρεμέν@ς

στους δημιουργούς του White Lotus, που στάνταρ δεν με διαβάζουν

Όπως όλοι κι όλες γνωρίζουμε, αυτό το μπλογκ υπήρξε ανέκαθεν κρουνός κοινωνικής προσφοράς και αρωγής. Σας βοηθήσαμε να ξεχωρίσετε τους πέφτουλες, σας διαφωτίσαμε σχετικά με το φαινόμενο Μαλάκας και σας καθοδηγήσαμε στο πώς να μη γίνετε μαλάκες, ενώ σας εξηγήσαμε απλά και κατανοητά τους διάφορους τύπους μπάι αντρών.

Επιπλέον, μέχρι και ερωτικές συμβουλές σε νέους άντρες έχετε βρει εδώ μέσα, ενώ απευθυνόμενοι σε όσους κι όσες είστε κάπου ώπα δεν παραμελήσαμε να σας καθοδηγήσουμε στη διάλυση του γάμου σας. Τέλος, ήδη σας έχουμε πει για το πώς (δεν) διαχειριζόμαστε το κέρατο.

Σχετικός με τα δύο τελευταία ίσως είναι και ο παρών οδηγός σχέσεων με παντρεμένους και παντρεμένες. Σας υπενθυμίζω ότι εδώ είμαστε ανοιχτοί σε πολλά εκτός από το να γινόμαστε μαλάκες (βλ. άνωθι). Τέλος δεν θα καταπιαστούμε με περιστασιακές καταστάσεις, όσο κι αν προκαλούν ζαλάδες, μετεωρισμούς κι ιλίγγους, καρηβαρεία και πικρόχολα αμένσιωτα κατεβατά ― συνήθως εκ μέρους όσων ψάχνουν κινητά βοηθώντας από τα κάτω να καταντήσουμε κοινωνίες ελέγχου κι επιτήρησης μια ώρα αρχύτερα.

Με παντρεμένους

με τον «θα χωρίσω για σένα»

Έχοντας πλήρη επίγνωση ότι με διαβάζουν και πικραμένοι κερατάδες και καραβοτζακισμένες απατημένες (είδατε; χρησιμοποιώ τη σωστή ορολογία, την ορθόδοξη), να σας πω κάτι;

Κανείς και καμία δεν χωρίζει λόγω κέρατου, πάνω κάτω τα έχουμε ξαναπεί αυτά: απλώς η μοιχεία είναι καλή αφορμή, ένα εύσχημο πρόσχημα, για να χωρίσεις αν ήδη πρέπει να χωρίσεις.

Συνεπώς, αν τα φτιάξετε με παντρεμένο, θεωρώντας ότι αποτελείτε το στιλέτο της μοίρας ή τη σφήνα του απροσδόκητου που θα πλήξει καίρια τη σούπερ τακτοποιημένη και αρμονική ζωή του κι ότι ως σφήνα ή στιλέτο θα σχίσετε τη ζωή αυτή από πάνω έως κάτω, ότι δηλαδή ο παντρεμένος θα χωρίσει επειδή τα έχετε και ότι θα χωρίσει για χάρη σας, σόρυ, αλλά σας έχουν κάψει τα μυαλά οι ρομ κομ και οι σαπουνόπερες.

Γιατί, συγγνώμη πσυχούλες μου, αλλά η αφοσίωση στην Χ σαφώς και μπορεί να συνυπάρξει με το πάθος (ή και την αφοσίωση, αν πέσετε σε πολυσυντροφικό άτομο) για την Ψ ― εσάς, ντε. Άρα αν χωρίσει θα χωρίσει (λέμε, τώρα) επειδή θα χώριζε έτσι κι αλλιώς: προφανές.

με τον «είμαστε σαν χωρισμένοι»

Αυτή η κατηγορία βρίσκεται πολύ κοντά στην προηγούμενη, περισσότερο απ’ όσο θέλετε να παραδεχτείτε.

Βεβαίως υπάρχει όντως ενδεχόμενο να είναι ο παντρεμένος σαν χωρισμένος με τη γυναίκα του (ή με τον άντρα του, αλλά εδώ προκύπτουν κι άλλα επιπλέον δράματα). Το θέμα είναι κατά πόσον μιλάμε για σοβαρό ενδεχόμενο.

Γενικά, αναρωτηθείτε: θέλετε πραγματικά να συνάψετε σχέση ― είπαμε, δεν μιλάμε για αρπαχτές εδώ ― που ζει με έναν άνθρωπο με τον οποίο είναι «σαν χωρισμένοι»; Αν δηλαδή ο Μπάμπης (τυχαίο όνομα) συζεί παντρεμένος με την Μπάμπαινα σαν χωρισμένος, με εσάς πώς ακριβώς περιμένετε να είναι; Ούτε εσείς ξέρετε, έτσι;

Θα αντιτείνετε ότι αν ο Μπάμπης κι η Μπάμπαινα έχουν λ.χ. να κάνουν σεξ καμιά πενταετία, τάχα δεν ζουν σαν χωρισμένοι; Αν έχετε παρακολουθήσει τη ζωή γύρω σας, ή έστω αυτά που λέμε εδώ (συγγνώμη κιόλας), θα έχετε παρατηρήσει πάντως ότι υπάρχουν ζευγάρια που κάνουν σεξ και κατά τα άλλα έχουν γραμμένους ο ένας τον άλλο (άραγε αυτοί «ζουν σαν χωρισμένοι»; χμ), ζευγάρια που ζουν συντροφικά κι αγαπημένα χωρίς πολύ σεξ (ή και καθόλου) μεταξύ τους, ζευγάρια που ζουν μαζί «για τα παιδιά» κτλ. κτλ.

Ναι, οι ανθρώπινες σχέσεις δεν είναι πακέτο.

Ειδικά αυτό το «είμαστε σαν χωρισμένοι, ζούμε μαζί για τα παιδιά» σίγουρα το έχετε ακούσει, αλλά εγώ δεν θέλω να το πολυσκέφτομαι ― ειδικά από την οπτική γωνία των παιδιών. Όμως δεν είναι δική μου δουλειά να σκέφτομαι για εσάς.

με τον «μυστικέεεε μου έρωτα»

Θέλετε να είστε η παράλληλη αγάπη, που λέει κι η ζεμπεκιά;
Θέλετε να είστε η Άλλη (ή ο Άλλος);
Δεν μπορεί να μπει ο παντρεμένος σε μια συνθήκη πολυσυντροφική ― η οποία ποσώς δεν προϋποθέτει συγκατοίκηση και ménage à n, όπου n>2 ― κι άρα πρέπει να είστε διακριτικοί;
Τα έχετε μπλέξει με κάποιον κομψό πλην αδέξιο αστό οικογενειάρχη που εν έτει 2025 έχει ας πούμε τη δυνατότητα να σας σπιτώσει (χίλια συγγνώμη σας εύχομαι, το κριντζ μου καίει την επιδερμίδα);
Είστε κι εσείς παντρεμένη ή παντρεμένος και δεν μπορείτε να προσχωρήσετε σε μια ωραία πολυσυντροφική συνομοσπονδία;

Καλή τύχη· ο θεός (και οι άγι@ της αρεσκείας σας) μαζί σας· κουράγιο κι υγεία και ψυχραιμία.

Με παντρεμένες

Οι παντρεμένες είναι γυναίκες και οι γυναίκες ξέρουν τι θέλουν και μετά

πράττουν αναλόγως. Οι γυναίκες πράττουν· εμάς η τρυφηλή εξουσία και τα αόρατα προνόμια 5 χιλιετιών πατριαρχίας μάς έχουνε κάνει καραγκιοζάκια της εξαγγελίας, της αυτοπροβολής και των μεγάλων λόγων. Μπλαμπλαμπλά και πούτσα.

Οπότε, μη σαλτάρετε: αν τα φτιάξετε με παντρεμένη, αφεθείτε. Θα οργανώσει εκείνη τη μετέπειτα πορεία σας, είτε σύντομη είτε όχι. Πιο αισιόδοξα: θα σας καθοδηγήσει εκείνη, συνήθως στην ευτυχία.

Επειδή όμως εδώ λέμε αλήθειες, ενδεχομένως να σας καθοδηγήσει και σε συνθήκη Στράτος Διονυσίου, με αποτέλεσμα να γίνετε άλλος ένας (ή άλλη μία) που θα πέσει με βαθύ πλονζόν στην καψούρα. Αλλά τι να κάνουμε, τόσες γυναίκες, εσείς την παντρεμένη θέλατε.

Να το πούμε κι αλλιώς, γιαγιαδίστικα: τυχερά είναι αυτά.

Anniversary

Ivan the Terrible and His Son Ivan on 16 November 1581 by Ilya Repin
Αυτή είναι μία από τις λίγες φορές που φιλοξενώ στο μπλογκ το κείμενο κάποιου άλλου. Ευχαριστώ τον OAF για την εμπιστοσύνη του. 

 There’s not an audience for this text, except my chosen few: the other women, these fags fucking those other respectable discreet fags denouncing their faggothood with wedding bands and my G-d whom I love like none other and who’d probably fashion a Hell entirely for me or trebuchet me over to the Christians so I can be their problem. My G-d, the G-d of David the Other and Shlomo the magus poet Melech of yearnings galore -as of now. Maybe all my fathers would be ashamed of me, for I hold a mirror to their own shamefulness, their lacking of, their shortcomings ― ah look, I’m reflecting Giants; Avraham, Yakov, and later Baruch, Karl, and Allen and Larry. I am a little man, following a tradition of little men, trying to make sense of it all, with loaded words, chutzpah,  a bagful of songs, and woven cloths to cover our shoulders lifting our vellum scrolls of telling and retelling and making sense of, of trying to make sense of, of not making any, a perpetual puncturing of holes, some calligraphy, some embroidery, some borders.

Father Avraham, father Moshe, I’m sorry to overstep as such. I’m sorry I wear your declaration on the inside of my palm, but please, understand, my insolence falls into the great tradition of Jewish failure; I know I took the word you spoke to our Adonai and poked it with ink into my skin to declare myself before a man in conjunction with myself. I was made of that kind of irreverence. I’d say I repent for it, say I know how to and what that entails. But I don’t. I want that para-phrase covering my eyes when the Shema drips down my lips thrice daily and on Shabbat, I want the false word hooding my lid. Hineni, Hineni, Hineni, I’m ready my lord, Hinenu, Hinenu, behold us, my fathers. I’m a little man, claiming his vanity. Claiming my first, my last, my always, my steadfast failure. My sentence, spelled out steadily, my bliss, then; such an abyss. My month of Iyar, in my room.

I will never be more myself than in this split second reflection of me I caught in your eyes last time I saw you, three years ago 
That snotty Oxford alumnus wrote that April is the cruelest month; he was correct 
And I hate to prove poets right 
For it only adds to their audacity 

Behold me, my Jerusalem 
Banging my head against the Wailing Wall.

Μονογαμία

Bob Carlos Clarke (1994) The Agony and the Ecstasy

Το πρώτο κείμενο που έγραψα για τον έρωτα, το μακρινό 2006, επισήμαινε το εξής:

Θέλουμε το καλό σεξ να προοιωνίζει, να εξυπακούει ή να συγκεφαλαιώνει έρωτα Νερούδα-Μαγιακόφσκι-Πρεβέρ-Ελυάρ. Θέλουμε ο έρωτας να εξασφαλίζει μια άρτια συντροφική και μακροχρόνια σχέση. Θέλουμε μια μακροχρόνια και σταθερή, και τρυφερή κιόλας — ίσως, σχέση να είναι κεντημένη από σεξ που ανέρχεται από δυνάμεως εις δύναμιν, από το καλό στο καλύτερο. Τα θέλουμε όλα. Γιατί παραμένουμε πάντοτε άνθρωποι. Εάν μάλιστα είμαστε και (μετά Καλβίνον) χριστιανοί, έχουμε και την εξής επιπλέον απαίτηση: θέλουμε το σεξ να συγκεφαλαιώνει και να αντανακλά τη ζέση του έρωτα, που θα τροφοδοτεί έναν άρτιο και συντροφικό γάμο, ο οποίος θα μας πάει στον Παράδεισο εντέλει.

Αργότερα βεβαίως κατάλαβα ότι για τον περισσότερο κόσμο, η εκδοχή αυτού του φορτικού (αν όχι ολοκληρωτικού) ιδεώδους είχε μια πιο χολυγουντιανή γενεαλογία. Έγραφα π.χ. το 2013:

Η αγάπη, από κάτι που περιέγραφε δεσμούς γονικούς και φιλικούς και βαθιάς συζυγικής αφοσίωσης, σύντομα βρέθηκε παντού: στις ανοικονόμητες τρέντυ εκφράσεις, στις εξιδανικευμένες αφηγήσεις γελοίων ερώτων που έμαθαν τον Έλληνα να διαβάζει πεζογραφία, στην περιγραφή οποιουδήποτε δεσμού μεταξύ ανθρώπων. Και η αγάπη έγινε καραμέλα, και μάλιστα κατακόκκινη: το ερωτικό πάθος έπαψε να είναι σκέτο πάθος, με το ζόρι κατέστη και πειστήριο ή ένδειξη αγάπης. Η ερωτική προσκόλληση, η εμμονή του πάθους και οι άγριοι έρωτες έγιναν αγάπες ιερές και καθαγιασμένες — ή έπρεπε να οδηγούν προς τα εκεί, τουλάχιστον. Όσοι προσπαθούσαν να διαχωρίσουν πόθο από έρωτα, από αγάπη και από γάμο, στιγματίστηκαν στα μάτια της νέας κανονικότητας ως κυνικοί, ως άνθρωποι με ψυχολογικά προβλήματα ή έρμαια των παθών τους, ως τσούλες και καψούρηδες.

Το 2025 θα είχα να προσθέσω απλώς το εξής. Σχεδόν σε κάθε μακροχρόνια σχέση έρχεται η στιγμή που πρέπει να διαπραγματευτεί κανείς τον συσχετισμό μεταξύ σχέσης και μονογαμίας. Κατά τη μονοκανονικότητα (κατά τα ετεροκανονικότητα κι ομοκανονικότητα ― αυτό που κάποτε έλεγα μονογονία), αν πληγεί η μονογαμία τότε η σχέση εκπίπτει, ενώ για να μην πληγεί η σχέση επιβάλλεται η μονογαμία.

Βεβαίως, αν η σχέση αξίζει, ίσως και να εκπέσει η μονογαμία: άραγε πόσοι από εμάς είμαστε διατεθειμένοι να χάσουμε ανθρώπους που στέργουμε και με τους οποίους χαιρόμαστε την κοινή ζωή που μοιραζόμαστε, είτε διά ζώσης ή εξ αποστάσεως, επειδή δεν τηρείται ο όρος της μονογαμίας; Δεν ξέρω την απάντηση αλλά μάλλον δεν περιμένετε να τη μάθετε από εμένα. Ενίοτε χρειάζεται να εκπέσει η μονογαμία για να ζήσει και να ανθίσει η σχέση. Η ζωή δεν είναι Χόλυγουντ πάντως και οι σχέσεις δεν είναι σειρές στο Νέτφλιξ…

Τη θλίψη της μονογαμίας χωρίς σχέση δεν θέλω καν να τη σκέφτομαι.

Αυτά τα προφανή (σε έναν ελαφρώς πιο ιδεώδη κόσμο) τέλος πάντων.

κι Ιστορία οι παρέες

Ένας από τους λόγους που διαχρονικά αφήνεται να κυκλοφορεί τόση σαχλαμάρα και μετριότητα στην ελληνική Αριστερά είναι και ο εξής: το αντίπαλον δέος της ανέκαθεν ήταν ίσως η πιο αμόρφωτη Δεξιά της Ευρώπης, ένα επιτελείο ημιμαθών χαρτογιακάδων με μηδενική διεθνή απήχηση, άξεστων με αχαλίνωτο στόμφο και αμετροέπεια, που τους διέκρινε θλιβερή πνευματική συγκρότηση στα όρια της αμάθειας.

Μιλάμε για την ίδια Δεξιά παράταξη που παραδοσιακά αρέσκεται να προβληματίζεται για τον ρόλο του πνευματικού ανθρώπου κι άλλα τέτοια ― προφανώς γιατί η ίδια δεν διέθετε ούτε θεωρητικούς ή διανοητές ούτε σοβαρούς ποιητές ή συγγραφείς της προκοπής.

Δείτε π.χ. τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 και ποια ονόματα της Δεξιάς επιδίδονταν σε δραστηριότητες πέραν του κηρύγματος, της καταστολής ή της δημαγωγίας: αστειότητες.

Συνεπώς, η αριστερή διανόηση απέναντι σε αυτό το χάλι δεν χρειαζόταν να προσπαθήσει πολύ για να αναιρέσει τα όποια επιχειρήματα της δεξιάς χρηστομάθειας ― όταν δεν την ακολουθούσε στον πρόχειρο καζουισμό, στον στόμφο ή στην αμάθεια.

Écrasez l’infâme

στον Pan Pan

Αχ πόσο μα πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα, τα χρόνια που πείθαμε τον εαυτό μας ότι με λίγη απελπισία κάπως υπαρξιστική και με πολλές απολιτίκ επικλήσεις στα βορειοκορεατικά πυρηνικά και σε αστεροειδείς κι άλλους Άψινθους θα απαλλαγούμε από το Χρέος, από το Χρέος που έστειλε τον θεό της Ζακύνθου κι αλκοολικό Κόντε να σπαράξει και να τεμαχίσει και να καλλιεργήσει σε κάμποσα ανόμοια τριβλία το Ποίημά του, το Ποίημα του Χρέους, ώσπου εκείνο αναδύθηκε σπασμένο κι αποσπασματικό και μετέωρο σαν να το έδειρε σεισμός, ένα μεγάλο ποιητικό κιντσούγκι δεμένο με σιωπή. Ναι ρε, λυπάμαι.

Λυπάμαι που πρέπει σώνει και καλά να πάρουμε θέση στο καθετί αλλά τελικά καταλήγουμε σαν κάτι ρουλεμάν σε εκείνα τα σπαστικά παιχνιδάκια-λαβυρίνθους που παίζαμε παιδιά: απλώς να κοπανιόμαστε γύρω γύρω στα πλαίσια ορμώντας οπαδικά προς το μέρος του θανάτου κι απέναντι στην τυραννία ή προς τη μεριά της τυραννίας κι απέναντι στην πολύ μεγάλη απλούστευση που λέγεται φασισμός. Αχ ναι, ναι: πολύ μας λυπάμαι που λέμε ότι πρέπει να διαλέξουμε πλευρά και που τελικά καταλήγουμε εκτός στόχου, εκτός τόπου, εκτός λόγου καθώς ο κόσμος καίγεται.

Γιατί την πλευρά που πρέπει να διαλέξουμε δεν θέλουμε να τη διαλέξουμε. Δεν θέλουμε να σταθούμε με τους άσχημους και με τους αδύναμους και με τις γενναίες.
Γιατί κατά βάθος δεν θέλουμε να υπάρχουν τρανς άτομα, μόνον κρυπτογκέι κούκλοι πρωινάδικων και θλιμμένες διακριτικές λεσβίες που μιλάνε για σχέσεις τους με υποθετικούς άντρες ― ή ό,τι άλλο μας λέει η τηλεόραση και το ίνστα να φαντασιωθούμε.
Γιατί δεν θέλουμε υποτακτικούς και ντόμες αλλά υποθετικούς και γνώμες· γιατί δεν τολμάμε πια ούτε καν να στήσουμε έναν μικρόκοσμο γύρω μας έστω τόσο σέξι όσο η πλαστική απάτη των 90s των διαφημίσεων και των χαζοπεριοδικών τους: δεν είμαστε καν αντάξιοι των παρτουζιάρηδων ή έστω τσοντόβιων γονιών μας, μόνον ό,τι χωράει στο κινητό πια.
Γιατί κατά βάθος δεν θέλουμε να υπάρχουν γενναίοι Εβραίοι κι Εβραίες διαδηλώτριες και υπερκούλ Ιρανοί και η μία Ιρανή που έχουμε προσέξει (συνήθως εκείνη στον Χωρισμό του Φαραντί)·
γιατί κατά βάθος εννοείται ότι δεν θέλουμε να υπάρχουν Παλαιστίνιοι και να τους σκοτώνει το κράτος σύμμαχος και πελάτης και φονιάς. Δηλαδή, γιατί να υπάρχουν Παλαιστίνιοι; Για να σκοτώνονται; Για να εντάσσονται σε απαίσιες και καθόλου ευρωπαϊκές οργανώσεις από τη σύλληψή τους, όταν δηλαδή εμψυχούται το ανθρώπινο έμβρυο κατά τους Χριστιανούς, μέχρι τη σύλληψή τους από το Κράτος; Για να πρέπει να σφαγιάζονται μαζικά ως παράπλευρες απώλειες ώστε να μας πείσουν ότι υπήρξαν; Καλύτερα να μην υπήρχαν Παλαιστίνιοι, μόνο ρέιβ και παρτούζες και μεφεδρόνη στο Τελ Αβίβ κι ο Πανάγιος Τάφος. Πολύ λυπάμαι πάντως που υπάρχουν Παλαιστίνιοι και στενοχωριόμαστε, όταν βεβαίως δεν αναγκαζόμαστε να χαμογελάμε παρέα με μισάνθρωπους γενοκτονικούς δολοφόνους για να επαναλαμβάνουμε ρυθμικά τις εξόφθαλμες χάσμπαρές τους.

Τέλος λυπάμαι που αυτά είναι τα ήθη του Ισλάμ, άγρια, και αυτά είναι τα ήθη της Τορά, εκδικητικώς βάρβαρα, και λέω δυστυχώς γιατί η Ευρώπη είναι καλή και δεν αποικιοκρατεί πια και δεν σκοτώνει και ούτε ζωοποιείται από δεισιδαιμονίες αιώνων. Δηλαδή αυτό θέλουμε, αυτό τέλος πάντων είναι το ευρωπαϊκό ιδεώδες όπως το περικλείουν τα δώδεκα χρυσά άστρα του μαριανού στέμματος με φόντο το γαλάζιο της stella maris Παναγιάς γοργόνας:
της Ευρώπης που δεν καβαλάει ταύρο αλλά τον ήλιο, γιατί αυτή είναι η Ευρώπη μας, μια ξανθή αγαπημένη Παναγιά που ξυπόλητη χορεύει μέσα στο περβόλι της ηπείρου μας με τα αρχαία και τις γέφυρες και τα κάστρα και τα ανοιχτά παράθυρα στα χαρτονομίσματά μας και τους καθεδρικούς και τους ναούς του Άουσβιτς και τις όμορφες Βρυξέλλες που έχτισαν χέρια του Κογκό (όσα δεν κόπηκαν).
Η Ευρώπη μας, ναι, είναι πια είναι καλή κι amicta sole, ενσαρκώνει το πανανθρώπινο και την άνετη μεταμέλεια της για όλα τα κακά, που νικά και σκορπά: την αποικιοκρατία, την τυραννία, τη θεοκρατία, το Ολοκαύτωμα, τον ναζισμό ― ακόμα και τα κακά της νικά, το είπε κι ο Κούντερα. Ναι, όλα αυτά είναι στο παρελθόν, εδώ είμαστε τώρα, εξοπλιζόμαστε: είμαστε ένα δημοκρατικό μα οπλισμένο Μέσο Βασίλειο μεταξύ αδηφάγου Ρωσίας και ανοϊκής Αμερικής, μεταξύ του Ισλάμ που δεν μας αρέσει αν δεν είναι με γραβάτα στη Δαμασκό και της Αφρικής που είναι ένα πράμα φτωχό με μαύρους και έτοιμη να αναπτυχθεί και να δεχθεί τη βοήθεια και την ελεημοσύνη μας ― αρκεί να παλουκωθεί στη θέση της και να μη μας έρχεται μέσω Πύλου, Λαμπεντούζας και Θεούτας (κι αναγκαζόμαστε να τη θαλασσοπνίγουμε). A propos, πολύ λυπάμαι και που υπάρχουν πρόσφυγες και μετανάστες και στενοχωριόμαστε, κι αυτό.

Λυπάμαι και που δεν μπορούμε να ζήσουμε χαρά, έναν χορό κι έρωτες (αφού από επανάσταση γιοκ). Λυπάμαι που οι φαντασιώσεις μας είναι από οθόνη για οθόνη κι όχι από οθόνη για διά ζώσης. Λυπάμαι που έχουμε πειστεί πως όλα πρέπει να ρυθμίζονται κι όλα να είναι σχέσεις ή τίποτα και που ο έρωτας είναι μια ιδεολογία ή μάλλον ένα ιδεώδες όπως η Ευρώπη μας και η δημοκρατία μας είναι ιδεώδη, και μάλιστα πάρα πολύ σοβαρά ιδεώδη. Έτσι είναι οι σχέσεις μας, ανοιχτές και διαφανείς: λογοδοτούμε κι ομολογούμε χωρίς βασανιστήρια, άλλωστε τι μεγαλύτερο βασανιστήριο από τις σχέσεις μας, πού να τρέχουμε τώρα. Οι σχέσεις μας δεν χρειάζονται σκιά και σιωπή, ανάπαυλα ή εφήμερες συναντήσεις και περιπλανήσεις: οι σχέσεις μας είναι κλειστές κι απόλυτες κι αιώνιες, πλην όμως δεν έχουν αδιέξοδα ― ακριβώς σαν τη δημοκρατία.
Στις σχέσεις μας και στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα μόνον ωραίες μεγάλες ωσμανιανές λεωφόροι, περίοπτες πλατείες κι εύτακτα βουλεβάρτα, για να μπορούν οι μπάτσοι να μας λιώνουν στο ξύλο και να μας συνθλίβουν με αύρες και να μας πνίγουν με δακρυγόνα: οι μπάτσοι της στανικής και αιώνιας μονογαμίας και λογοδοσίας, οι μπάτσοι της νόμιμης βίας. Γιατί, δεν το παρατηρήσαμε βεβαίως, όπως κάποια στιγμή η Ρουμανία είχε μετουσιωθεί από Λαϊκή Δημοκρατία σε Σοσιαλιστική Δημοκρατία, έτσι και οι δικές μας δημοκρατίες έχουν πλέον φτάσει το σατόρι, τη Φώτιση, την Αφύπνιση και δεν μας χρειάζονται πια για τίποτε άλλο παρά για να ψηφίζουμε (και αν): εξεγέρσεις και γκιλοτίνες και ταραχές και συλλαλητήρια ανήκουν στα χρόνια πριν την εποχή της Ευρωπαϊκής Χάριτος. Η Παναγιά η Ευρώπη είναι μαζί μας και η σκιά του Νόμου παρήλθε, νυν μόνον η Χάρη μη εκλεγμένων οργάνων και προσχηματικών κοινοβουλιών, νυν η αλληλεγγύη των κρατών κι όχι των λαών, νυν μόνον ηγέτες λαμπροί.

Λυπάμαι λοιπόν, πολύ λυπάμαι. Δηλαδή παπαριές: δεν λυπάμαι. Θα μπορούσαμε να είμαστε κεφάλαιο και θα καταλήξουμε υποσημείωση. Θα μπορούσαμε να αγωνιστούμε αλλά επιλέξαμε να κλαιγόμαστε και να κάνουμε gaslighting και να ηθικίζουμε πολιτικώς, κάνοντας τον κόσμο μας λίγο πιο δύσκολο. Μωρ’ δε γαμιέται: όσοι αγωνιστούν θα απολαύσουν κι εμάς θα μας κοροϊδεύουν οι επερχόμενες γενιές που φτιάχναμε άκρα από το τίποτα για να μη χρειαστεί να υψώσουμε τις γροθιές μας ή, έστω, τα χέρια χορεύοντας.

Αμερικανικές εμμονές

Πάντοτε με συνάρπαζαν τα τυφλά σημεία των κοινωνιών. Στην περίπτωση των Αμερικάνων, η εύκολη λύση είναι να μιλάει κανείς χονδροειδώς κι απλοϊκά για μια σύνθετη και αντιφατικά πολύπλοκη κοινωνία ωσάν να είναι πλασμένη αποκλειστικά από τον καπιταλισμό. Υπάρχουν όμως πολλά περισσότερα:

Θεός

Είναι κωμικός ο τρόπος που ο Θεός μπαίνει σφήνα, κι όχι με την καλή έννοια, σε τόσες δημόσιες και ιδιωτικές συζητήσεις στις οποίες συμμετέχουν Αμερικάνοι ― μόνο με πολύ πιστούς Άραβες το βλέπει κανείς αυτό. Ο Θεός ασχολείται με τα πάντα: από τον κοκκύτη του εγγονού μέχρι το μέλλον της ανθρωπότητας, από τη νίκη της σχολικής ομάδας σόφτμπολ μέχρι την επικράτηση της δημοκρατίας σε διάφορα αλωμένα από τις ΗΠΑ ξερικά χωράφια στη Μέση Ανατολή.

Οικογένεια

Παρακολουθώ έργα μαζικής κουλτούρας αμερικάνικα ή αμερικανικής εμπνεύσεως και περιμένω τη σελίδα ή τη στιγμή που θα ακούσουμε το κήρυγμα για το πόσο σημαντική κι αναντικαστάστατη είναι η οικογένεια και για το πώς η οικογένεια είναι καταφυγή κι αποκούμπι όταν όλα τα άλλα σε απογοητεύσουν ή σε προδώσουν: από τις οικογένειες που σώζονται ενώ ο κόσμος τελειώνει με πάταγο μέχρι την οικογένεια που φτιάχνεις εσύ στο υπέροχο Pose, από την αλλόκοτη ανοχή ή και προσδοκία του να περάσεις μια ζωή με κάποιον ή κάποια που ήταν high school sweetheart, μέχρι τις διάφορες συμβολικές αιμομιξίες που απαιτεί η ερωτική μονογονία. Τις περισσότερες φορές το πρωτείο της οικογένειας διασφαλίζεται με στανική μονογαμία και εμμονική αποκλειστικότητα: η Ψυχώ δεν είναι ποτέ μακριά από κάτι τέτοιο. Επιπλέον, ίσως δεν είναι τυχαίο ότι στο συλλογικό αμερικανικό φαντασιακό σαρώνουν οι πορνογραφικές αναπαραστάσεις αιμομικτικού χαρακτήρα ― πάντοτε εντός δεσμών προσχηματικώς εξ αγχιστείας.

Το αμερικανικό όνειρο

Μπορείς να γίνεις ό,τι θες, μπορείς να γίνεις όλα, και μπορείς να τα πετύχεις με στοχοπροσήλωση και σκληρή δουλειά. Επίσης, πετάει ο γάιδαρος, κύμα το κύμα η πέτρα λιώνει, φασούλι το φασούλι γίνεσαι εκατομμυριούχος ― και άλλα γραφικά δημώδη. Εγώ, ας πούμε, θα μπορούσα να γίνω Παβαρότι κι ας ψοφούν τα ζα κι ας μαραίνονται οι κατηφέδες όταν τραγουδάω.

Αποστροφή προς τις απολαύσεις

Είθισται διάφοροι νεορθόδοξοι ημιμαθείς να θεωρούν ότι κάθε τι αμερικάνικο είναι και καλβινιστικό: τόσο ξέρουν κι αυτοί. Υπάρχει ωστόσο κάτι βαθύτατα καλβινιστικό στην αποστροφή των Αμερικανών απέναντι στις απολαύσεις, εκτός κι αν είναι γαστριμαργικές: η λαγνεία καταδεικνύει έλλειψη έρματος και έλλειμμα χαρακτήρα, η χαρά των περισσότερο ή λιγότερο χαλαρωτικών, διεγερτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών (από το κρασί μέχρι την κόκα κι από τον καφέ μέχρι τα τριπάκια) είναι επιεικώς ύποπτη, η μουσική παρασύρει, η λογοτεχνία στήνει είδωλα και ανοίγει την ατραπό του παραστρατήματος κτλ. κτλ. κτλ.

Επιβίωση-Αυτοάμυνα-Οπλοφορία

Τι να λέμε. Επιβίωση. Η επιβίωση είναι δύναμη. Επιβιώνει πυροβολώντας. Παραμένεις ελεύθερος πυροβολώντας. Επιβιώνεις ξεκαυλώνοντας πυροβολώντας. Πρέπει να αμύνεσαι. Προστατεύω σημαίνει μακελεύω όσους δεν προσταεύω. Και ούτω καθεξής.

No surprises

Δεν υπάρχει πουθενά το στοιχείο της έκπληξης.

Ξέραμε ακριβώς τι επρόκειτο να γίνει: όχι μόνο όταν εκλέχθηκε η συγκεκριμένη κυβέρνηση το 2019, και όταν επανεξελέγη φυσικά, αλλά ήδη από το 2010.

Ξέραμε ακριβώς τι θα γίνει: ότι η φτώχεια θα εξαπλωνόταν, η οπισθοδρόμηση θα επιταχυνόταν, η διάβρωση των θεσμών θα παγιωνόταν ενώ φασιστικές ιδεολογίες θα έβρισκαν πάτημα· όλα μέσα στο πλαίσιο του ορντολιμπεραλιστικού πειράματος της Ευρωπαΐκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Ξέραμε ότι το αποτέλεσμα αυτού του πειράματος θα ήταν να βρεθούμε στον πάτο κάθε δείκτη ποιότητας ζωής της Eurostat.

Ξέραμε ότι οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις φυσικά δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μία βίαιη και συντονισμένη απόπειρα να σωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες που είχαν φορτωθεί ελληνικό χρέος.

Ξέραμε παράλληλο τα μνημόνια ήταν μια άσκηση εξαναγκασμού σε συμμόρφωση κι υποταγή μιας μη τριτοκοσμικής χώρας εκ μέρους μεγάλων οργανισμών· μια άσκηση που φάνηκε χρήσιμη τα τελευταία 10 χρόνια ώστε να πετύχουν ο εξαναγκασμός κι ο εξανδραποδισμός και σε άλλα μέρη του κόσμου…

Ξέραμε ότι το αποτέλεσμα αυτού του πειράματος θα ήταν η αποσυναρμολόγηση του κράτους πρόνοιας (π.χ. υγείας και παιδείας), το ξεπούλημα υποδομών και δημόσιων αγαθών, η υπερτιμολόγηση βασικών αγαθών όπως το ρεύμα και το νερό, η απαξίωση κι υποχρηματοδότηση οποιουδήποτε φορέα προσφέρει δημόσια αγαθά ― εκτός κι αν ιδιωτικοποιούνταν, οπότε θα συνεχίζαμε να τους χρυσοπληρώνουμε σε ρήτρες και αποζημιώσεις.

Είναι ωστόσο ενδιαφέρον να θυμάται κανείς ποιες δημόσιες φωνές παραπονιούνται ότι επικρατεί παροξυσμός και παραλογισμός σε σχέση με τις διαμαρτυρίες για τα Τέμπη.

Πρόκειται πάνω κάτω για τις φωνές που εγκαλούσαν τον ελληνικό λαό για ανωριμότητα και ανευθυνότητα επειδή δεν δεχόταν με ανοιχτές αγκάλες την ευλογία των μνημονίων.

Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ποιοι εξωνημένοι ή έστω ιδεοληπτικοί γραφιάδες και φερέφωνα υποστήριζαν με πάθος και υπεροψία ότι οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις και η προγραμματισμένη κατάλυση του κοινωνικού κράτους θα άφηναν θεσμούς, υποδομές, αλλά και την ίδια την κοινωνική συνοχή ανέγγιχτες.

Πρόκειται για τις ίδιες φωνές που μας κοροϊδεύουν μέσα στα μούτρα μας αναιδώς και ανερυθρίαστα σχετικά με το τι προκάλεσε το έγκλημα εξ αμελείας στα Τέμπη, έγκλημα που αφορά τους παρατημένους, διαλυμένους και ξεπουλημένους ελληνικούς σιδηροδρόμους, αλλά και σχετικά με την συγκάλυψη του εγκλήματος αυτού και τα παιδιαριώδη ψέματα που τη συνοδεύουν.

Δυστυχώς δεν είναι μόνον οι σιδηρόδρομοι παρατημένοι: σε ολόκληρη την Ελλάδα οι υποστελεχωμένες και πεπαλαιωμένες δημόσιες συγκοινωνίες έχουν αφεθεί να σκουριάσουν σιγά-σιγά: ακόμα και στο ολοκαίνουργιο και λαμπερό μετρό Θεσσαλονίκης.

Κανείς δεν νομίζω ότι εκπλήσσεται με τη διαχείριση της κυβέρνησης: την εγκατάλειψη, τη διάλυση, την ψευδολογία, τη χειραγώγηση, τη συγκάλυψη.

Ενδεχομένως να πέσαμε από τα σύννεφα με το χάλι της κυβέρνησης ΓΑΠ· ίσως μας έπιασε στον ύπνο η μνημονιακή στροφή Σαμαρά, τότε παλιά· πιθανότατα να πέσαμε από τα σύννεφα με την ανάκρουση πρύμνας και το γενικό φιάσκο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ

Στην περίπτωση όμως της παρούσας κυβέρνησης τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα ήδη από το 2019 και σίγουρα το 2023: ερχόταν στα πράγματα η χειρότερη δυνατή εκδοχή της ελληνικής δεξιάς.

Η κλίκα αυτή ποτέ δεν ήταν συντηρητική παρά φλέρταρε ανοιχτά με τον φασισμό (γιατί, συγνώμη κιόλας, δεξιός λαϊκισμός δεν ξέρω τι θα πει).

Ξέραμε πολύ καλά ότι θα πλαισιωνόταν από στερημένες και γι’ αυτό ακόμα πιο αδηφάγες στρατιές μετακλητών, πελατών, εργολάβων, συγγενών, κουμπάρων και κάθε λογής παρασίτων, στρατιές που με απευθείας αναθέσεις ή χωρίς θα έβαζαν χέρι στον δημόσιο πλούτο.

Ξέραμε πάρα πολύ καλά ότι θα διέλυαν το κράτος πρόνοιας και ότι θα ξεπούλαγαν.

Είδαμε εξαρχής πώς χειρίστηκε και εξαχρείωσε η κλίκα αυτή το σύνολο των θεσμών.

Eίδαμε από την αρχή της θητείας της πώς αυτή η κυβέρνηση συμπορεύτηκε με διάφορα σκοτεινά κέντρα και πώς σκιώδεις, αν όχι παρακρατικές, δραστηριότητες άνθισαν αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας εκ μέρους της.

Αυτά για να μην καμωνόμαστε ότι τώρα πήραμε χαμπάρι τι γίνεται: όλα ξεκίνησαν το 2010 και τα χειρότερα το 2019.

Εδάφια από τα Βιβλία των Χρησμών

Έχει ειπωθεί: Αν είσαι καλός σε κάτι, το λες σε όλον τον κόσμο· αν είσαι πάρα πολύ καλός, σου το λέει όλος ο κόσμος. Αλήθεια είναι.
(Eroica 20,18)

Μπορεί έχεις ζήσει πολλές ζωές τη μία μέσα στην άλλη αλλά να μην το νιώθεις. Σημασία δεν έχει πόσες ζωές έχεις ζήσει, σημασία έχει να είσαι παρών και στη χαρά και στην επιθυμία.
(Τροία 26)

Κάποιοι θέλουμε να παρατηρούμε
κάποιοι θέλουμε να συμμετέχουμε
σε όποιον παρατηρεί συμμετέχοντας
επιδαψιλεύεται κάτι παραπάνω από το άθροισμα των μερών.
(Ορφέας 4, 1)

Εσύ ο ίδιος είσαι ο δεσμοφύλακάς σου, γι’ αυτό δεν θα μπορέσεις ποτέ να απελευθερώσεις τον εαυτό σου μόνος σου.
(Παιδική χαρά 5, 21)

Δεν χρειάζεται να έχουν αντίκτυπο όλα όσα λες. Συνήθως όμως έχουν.
(Εστία 5, 10)

Το άγχος επίδοσης είναι άγχος θανάτου
Ο φόβος του εγκλεισμού είναι φόβος θανάτου.
(Ακάλυπτος 3,5)

Όσο περισσότερες πόρτες ανοίγονται εντός, σε τόσο περισσότερα δωμάτια μπορεί να κυκλοφορείς· κανείς όμως δεν μένει μέσα για πάντα.
(Το βιβλίο των σπιτιών 3)

Ο κόσμος ο δικός σου υπάρχει επειδή υπάρχουν κι άλλοι κόσμοι.
(Flammarion 17)

Μεγάλος άθλος: να αφεθείς να ανοιχτείς
στο βλέμμα των άλλων,
τα οποία αντικρύζουν αυτό που είσαι
και όχι αυτό που οι άλλοι προβάλλουν πάνω σου.
Αλήθεια: όσο περισσότερο καλύπτεσαι
από το βλέμμα των άλλων
τόσο οι άλλοι θα βλέπουν πάνω σου
μόνον ότι προβάλλουν.
(Espejo 7-14)

Εσύ αντικρύζεις τη Μέδουσα
και η Μέδουσα εσένα·
εσύ παραλύεις, στεγνώνεις και λύνεσαι
η Μέδουσα αδιαφορεί.
(Μέδουσα α 1-4)

Γνωρίζουμε από παλιά ότι σε μια τριαδική σχέση, ούτε συμμετέχουν όλοι πάντα, ούτε συμμετέχουν με τον ίδιο τρόπο· αμήν.
(Ακρόπολη Επιμύθιο)

Όταν ζεις σε σιωπηλά και νεκρά στην ευταξία τους σπίτια, τότε κάθε εκδήλωση αγάπης οδηγεί στο να τα κατοικείς σαν φυλακές. Όμως κανείς δεν έχει μόνον ένα σπίτι, ούτε είναι όλα τα σπίτια σπίτια. Βγες και περπάτα.
(Το βιβλίο των σπιτιών 26-28)

Νοιάζομαι δεν σημαίνει αγαπώ.
(Ελοΐζα 11)

Τους ανθρώπους δε μας τυραννάει απλώς και μόνο ο θάνατος.
Μας βασανίζει κάθε τι το αναπόδραστο
και μας τρελαίνει ό,τι είναι αμετάκλητο.
Ό,τι κι αν είναι.
Μας βασανίζει άπαξ και το θεωρήσουμε αναπόδραστο,
άπαξ και μας φανεί αμετάκλητο.
Αλλά τελικά το μόνο αμετάκλητο είναι ο θάνατος.
Δηλητηριάζουμε τη ζωή μας
θεωρώντας ότι ένα σωρό άλλα πράγματα είναι αναπόδραστα
και αφηνόμαστε να μας κατασπαράξουν
ή να μας διαβρώσουν.
Δηλητηριάζουμε τη ζωή μας
νομίζοντας ότι τόσα και τόσα είναι αμετάκλητα:
τα περνάμε για θάνατο
και γι’ αυτό παραλύουμε.
(Μέδουσα ψ 13-27)

Άκου το νήπιο που κλαίει μέσα στη νύχτα: εσύ είσαι. Σκέπασέ το. Τραγούδα του.
(Ορφέας 4, 24)

Φωνή αύρας λεπτής

Από το Turks fruit του Paul Verhoeven

Ώρα για λίγη ομορφιά:

ἐξελεύσῃ αὔριον καὶ στήσῃ ἐνώπιον Κυρίου ἐν τῷ ὄρει· ἰδοὺ παρελεύσεται Κύριος, καὶ ἰδοὺ πνεῦμα μέγα κραταιὸν διαλῦον ὄρη καὶ συντρίβον πέτρας ἐνώπιον Κυρίου, οὐκ ἐν τῷ πνεύματι Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πνεῦμα συσσεισμός, οὐκ ἐν τῷ συσσεισμῷ Κύριος·
καὶ μετὰ τὸν συσσειμὸν πῦρ, οὐκ ἐν τῷ πυρὶ Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πῦρ φωνὴ αὔρας λεπτῆς, κἀκεῖ Κύριος.

Γ’ Βασιλειών ιθ’

Το ίδιο στα εβραϊκά:

יא וַיֹּאמֶר, צֵא וְעָמַדְתָּ בָהָר לִפְנֵי יְהוָה, וְהִנֵּה יְהוָה עֹבֵר וְרוּחַ גְּדוֹלָה וְחָזָק מְפָרֵק הָרִים וּמְשַׁבֵּר סְלָעִים לִפְנֵי יְהוָה, לֹא בָרוּחַ יְהוָה; וְאַחַר הָרוּחַ רַעַשׁ, לֹא בָרַעַשׁ יְהוָה.
יב וְאַחַר הָרַעַשׁ אֵשׁ, לֹא בָאֵשׁ יְהוָה; וְאַחַר הָאֵשׁ, קוֹל דְּמָמָה דַקָּה.

Είκοσι χρόνια μετά ξέρω ότι όντως στη φωνή αύρας λεπτής (קוֹל דְּמָמָה דַקָּה) βρίσκεται ο (όποιος) Κύριος. Μεγάλη αλήθεια, από τις ελάχιστες στα παραληρήματα που οι μονοθεϊστικές θρησκείες έχουν για Γραφές. Ξέρω όμως επίσης ότι και το μέγα πνεύμα και ο συσσεισμός και το πυρ είναι αναγκαία. Δυστυχώς, φιλαράκια μου.